Ο έλεγχος του βάρους σας γίνεται μέσω εξειδικευμένου επαγγελματικού ζυγού Seca.
Μετά την καταγραφή του βάρους του ατόμου θα προβούμε και σε άλλες σωματικές μετρήσεις που σε συνδυασμό θα δώσουν την ακριβή κατάσταση του σώματος.

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (B.M.I = Body Mass Index) είναι μια ένδειξη για τον υπολογισμό του βαθμού παχυσαρκίας ενός ατόμου.

Λόγω του ότι ο προσδιορισμός του σωματικού λίπους απαιτεί την χρήση ειδικών μηχανημάτων, γεγονός  που καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμό του στην καθημερινή πράξη, η διεθνής επιστημονική κοινότητα για την εκτίμηση του βαθμού υπερβάλλοντος σωματικού βάρους (παχυσαρκίας) και τους κινδύνους που διατρέχει το κάθε άτομο, όρισε τον Δείκτη Μάζας Σώματος (B.M.I = Body Mass Index).

Θεωρείται ως ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για τη μέτρηση της παχυσαρκίας ανδρών και γυναικών.

Υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος (σε κιλά) με το τετράγωνο το ύψους (σε μέτρα). Το ιδανικό βάρος του ατόμου θα πρέπει να είναι ανάμεσα στα φυσιολογικά όρια του ΔΜΣ, όμως επειδή το βάρος μεταβάλλεται διαρκώς και επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες δεν θεωρείται αξιόπιστος δείκτης της συνολικής κατάστασης του σώματος.

Η International Obesity Task Force είναι μια διεθνής ομάδα εργασίας για την παχυσαρκία, που δημιουργήθηκε από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας και παρουσίασε πρόσφατα τα παρακάτω στοιχεία με βάση τον Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ)

 

Νεαρά άτομα και γυναίκες χωρίς παιδιά είναι καλό να βρίσκονται στα καλύτερα φυσιολογικά όρια, δηλ. μεταξύ 20 και 25, ενώ άτομα μεγαλύτερης ηλικίας δεν έχουν κανένα πρόβλημα, τουλάχιστον σε συνάρτηση με το βάρος, αν έχουν ΔΜΣ έστω και 25. Όσο αυξάνει η ηλικία και ιδιαίτερα σε γυναίκες μετά τα 35 ή 40 ετών, οι τιμές του δείκτη μεταξύ 23-27 θεωρούνται πλέον φυσιολογικές και αποδεκτές καθώς με την πάροδο του χρόνου αυξάνεται η φυσιολογική περιεκτικότητα σε λίπος του ανθρωπίνου σώματος. Η παχυσαρκία έχει κλινική σημασία για τιμές ΔΜΣ > 30. Θα πρέπει βέβαια να θυμόμαστε ότι υπερβολικό βάρος δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και υπερβάλλον σωματικό λίπος και δεν μας λέει τίποτα για την κατανομή του λίπους στο σώμα, το οποίο έχει και την μεγαλύτερη σημασία.

Η πραγματική παχυσαρκία έχει σχέση περισσότερο με την ποσότητα του λίπους του σώματος παρά με το σωματικό βάρος. Έτσι σε ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων όπως σε αθλητές ή σε άτομα με έντονη φυσική δραστηριότητα, με συνοδό μυϊκή υπερτροφία, καθώς και σε ασθενείς με παθολογική κατακράτηση υγρών και συνοδά οιδήματα, παρατηρείται αύξηση του βάρους όχι όμως λόγω εναπόθεσης λίπους. Σε αυτές τις περιπτώσεις η χρήση του ΔΜΣ δεν αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο για την αξιολόγηση κλινικής παχυσαρκίας.

Παρ’ όλα τα μειονεκτήματα του ο ΔΜΣ αποτελεί ένα χρήσιμο γενικό δείκτη παχυσαρκίας

Η μέτρηση της περιφέρειας μέσης και των ισχίων αποτελεί ένα εργαλείο για την εκτίμηση της κατανομής του λίπους στο σώμα αλλά και της κατάστασης της υγείας του ατόμου.

Εκτός από τη μέτρηση της μέσης και των ισχίων σημαντικός δείκτης παχυσαρκίας και εμφάνισης επιβαρρυντικών ασθενειών, είναι η μέτρηση της περιφέρειας της κοιλιάς. 

Η υπερβολική συσσώρευση λίπους στο άνω μέρος του σώματος (κεντρική εναπόθεση λίπους), και κυρίως μέσα στην κοιλιά (ενδοκοιλιακά) συνδέεται με αυξημένο αριθμό μεταβολικών επιπλοκών και προβλημάτων υγείας (δυσανεξία στη γλυκόζη, δυσλιπιδαιμία, σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση), και συνθέτει τους κινδύνους της παχυσαρκίας. Σε περίπτωση που το λίπος εντοπίζεται στην περιφέρεια (δηλαδή στους γλουτούς, στους μηρούς, ή γενικότερα στους υποδόριους ιστούς κτλ), οι επιπτώσεις στην υγεία είναι πολύ λιγότερες (π.χ οι κίνδυνοι για καρδιαγγειακά νοσήματα είναι μηδενικοί) και το πρόβλημα είναι κυρίως αισθητικό.

Η μέτρηση της περιφέρειας μέσης γίνεται με μεζούρα στο πιο στενό σημείο της μέσης ενώ η μέτρηση της περιφέρειας του ισχίου, στο φαρδύτερο τμήμα των γλουτών.

Στον ακόλουθο πίνακα βλέπετε τα όρια για τις μετρήσεις της μέσης και του πηλίκου μέσης/ισχύου που υποδηλώνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση μεταβολικών επιπλοκών που σχετίζονται με την παχυσαρκία.

Ο κίνδυνος εμφάνισης ασθενειών που σχετίζονται με το κοιλιακό λίπος, αυξάνεται σημαντικά όταν, η περιφέρεια μέσης ξεπερνά τα 102 εκατοστά για τους άνδρες και τα 88 εκατοστά για τις γυναίκες. Ενώ όσον αφορά το λόγο μέσης-περιφέρειας, το αποτέλεσμα δε θα πρέπει να ξεπερνά το 1.02 για τις γυναίκες και το 1.07.

Άνδρες δηλαδή και γενικότερα άτομα με «κοιλιά» ή «στομάχι» πρέπει να χάσουν βάρος. Ακόμη και σε μη παχύσαρκους ανθρώπους η αύξηση του λίπους στην κοιλιακή χώρα οδηγεί σε αύξηση του κινδύνου για την υγεία.

Η περιφέρεια λαιμού μετράται στην μέσο ύψος του λαιμού, ακριβώς στο ύψος του «μήλου του Αδάμ».
Η περιφέρεια λαιμού έχει συσχετιστεί με αυξημένη παραμονή στην μονάδα εντατικής θεραπείας και αυξημένη θνητότητα καθώς και με την εμφάνιση της στεφανιαίας νόσου στους ενήλικες.